Γράφει ο Ηλίας Αθ. Καραθάνος
Η πατρίδα μας απευθύνει απεγνωσμένη έκκληση προς τους απανταχού Έλληνες, που είναι διασκορπισμένοι στα πέρατα της γης, σε ανθηρές παροικίες και προοδευμένες κοινότητες, οι οποίοι έχουν μεταναστεύσει σε άλλα μέρη του εξωτερικού, αναζητώντας τη «χαμένη Ατλαντίδα, μια μάταιη αναζήτηση καλύτερης ολόπλευρης τύχης, που να περιέχει δηλαδή πρόσκτηση πλούσιων υλικών, ηθικών και ψυχολογικών αγαθών για τους ίδιους και τους απογόνους τους, καθώς η φιλικότητα κι οικειότητα που αποπνέει το φυσικό περιβάλλον, οι σπιτικοί, οι συγγενείς, οι φίλοι, οι γείτονες, οι γνωστοί κλπ δεν βρίσκονται στα «άπονα ξένα».
Η Ελλάδα μας βρίσκεται σε δεινή κι επιτακτική ανάγκη, χρειάζεται τη βοήθεια όλων των παιδιών της και προπαντός τη ζωντάνια των νεανικών και θαλερών υπάρξεων που με τις γνώσεις και τη μόρφωσή τους, μπορούν να φέρουν την άνθηση μιας αναπτυξιακής τροχιάς, ρίχνοντας συγχρόνως βάλσαμο στις απούλωτες πληγές της. Η ενεργή και δραστήρια παρουσία όλων των δικών της στον αγώνα επιβίωσης που δίνει, είναι απαραίτητη και δεν της περισσεύει κανένας.
Επειγόντως απαιτείται η υπεράσπιση της χώρας, ως ένδειξη περισσής ευγνωμοσύνης, καθώς αυτή έθρεψε και τον απόδημο Ελληνισμό με την ικμάδα του αίμα τους, το οποίο στάλαξαν στις φλέβες τους οι πατέρες τους, που τους γέμισαν με αξίες κι ιδανικά και επιπλέον κατέγραψαν την βέβαιη προκοπή τους στο DNA.
Οι ποικίλες δυσκολίες, όχι μόνον δεν κάμπτουν τους Έλληνες, αλλά τους πεισμώνουν κιόλας και χαλκεύουν τη δύναμή τους και τους κάνουν ανδρείους, αγέρωχους, ακμαίους και παραγωγικούς, ενώ τους θυμίζουν την παντοτινή ύπαρξή τους, όχι μόνον στην Ψωροκώσταινα, αλλά και σε όλα τα πλάτη της γης. Απλώς σήμερα εδώ, στον τόπο μας, χτυπά η καμπάνα που αναγγέλλει την ανάγκη κι αύριο αλλού, γιατί όλα είναι κύκλος.
Για να προκύπτει η ευγενής άμιλλα δεν μπορεί να εξαιρεθεί κανένας απ’ τη συμμετοχή στην πρώτη γραμμή του μετώπου στα πλαίσια ενός τιτάνιου αγώνα, τον οποίο θέλει η δίνη της οικονομικής κρίσης, εναντίον στη φτώχεια, την ανεργία, την πείνα, την ανέχεια κι αγωνία κι απελπισία κι απόγνωση στις ψυχές των ανθρώπων που δεν βρίσκουν γιατρειά, αλλά καίγονται μέρα-νύχτα και φθάνουν αναπότρεπτα στην αυτοκτονία.
Ο πόνος που δέρνει αλύπητα κάθε ξενιτεμένο είναι βαρύς κι αδυσώπητος και το μόνο το οποίο μπορούμε να ευχηθούμε στον καθένα είναι «υπομονή με τη βοήθεια του Θεού, ο Οποίος θα αυξήσει την αντοχή και θα ανορθώσει το κουράγιο. Το ίδιο εύχεται και το παιδί που φεύγει, στη μάνα και τον πατέρα που τους αποχωρίστηκε, κλαίοντας με αναφιλητά και λυγμούς.
Αυτά λέγονται με συντριβή ψυχής σε κάθε περίπτωση κατευόδιου από όλες τις πλευρές. Ο Θεός πάντα εισακούει τις ειλικρινείς παρακλήσεις, παρέχοντας απτόητη την ελπίδα πως τα όνειρα του γυρισμού θα γίνουν χειροπιαστά και θα ευδοκιμήσουν μέσα απ’ την πατροπαράδοτη άγνωστη χοάνη. Δεν θα αργήσει να ξεκαμπίσει «το νόστιμον ήμαρ», τελειώνοντας πια το βάσανο της νοσταλγίας, που επιπρόσθετα επισωρεύει η κρίση.
Η συνείδηση της φιλοπατρίας δεν είναι προνόμιο μερικών, αλλά κοινή υπόθεση όλων, των οποίων ανοίγει διάπλατα η ζεστή αγκαλιά εκφράζοντας την αλληλεγγύη της οικογένειας, της συγγένειας και της φιλίας, αυτά τα ανθρώπινα ιερά δεσμά, τα οποία έφυγαν κι άφησαν πίσω. Ίσως όμως εμείς οι μεγαλύτεροι στην ηλικία συντελέσαμε να ξεχαστούν τα ανθρώπινα ιερά, η πνευματικότητα, οι αρχές, οι αξίες, η δεοντολογία, η ιδεολογία, τα ιδανικά, τα άυλα, ο Θεός, γιατί διδάξαμε και σ’ αυτά την υποχώρηση, την παλινδρόμηση, τον ελιγμό, την οπισθοδρόμηση, τον εφησυχασμό, την ηττοπάθεια, την διαστρέβλωση, την αδιαφάνεια, τα διαπλεκόμενα, την γραφειοκρατία, την πελατειοκρατία, τον χαφιεδισμό, το ρουσφέτι, τον παρασιτισμό.
Η Ελλάδα μας χρειάζεται άτομα γνήσια, αγνά, άδολα, τίμια, αξιοπρεπή, φιλόπονα, ηθικά, προπαντός έχει έλλειψη από ανθρώπους με ήθος και λιγότερο με λεφτά, Έλληνες που να πονούν τον τόπο μας και να ανήκουν αποκλειστικά στην Ελλάδα. Μολονότι από το αργύριο, μόνον ως συναλλακτικό μέσο εξυπηρέτησης κι ανόρθωσης του τόσο χαμηλού βιοτικού επιπέδου της συρρίκνωσης των πάντων, έχει μεγάλη ανάγκη.
Τα λάθη μας είναι αμέτρητα, που μαζί με τις λοβιτούρες κι αρπαχτές της ελίτ και κορυφής των πολιτικών, δημοσιογράφων, εφοπλιστών, μεγαλογιατρών κλπ προνομιούχων- αλητών-κομπιναδόρων της δύστυχης ελληνικής κοινωνίας, που λυμαίνονται ασύστολα το δημόσιο κορβανά, διαιωνίζονται από προαιώνια χρόνια και φθάνουν να μας ταλανίζουν συνέχεια, με αποκορύφωμα τις μέρες μας.
Όμως δεν πληρώνουν το μάρμαρο, οι υπαίτιοι της καταστροφής του, αλλά εμείς οι παρακατιανοί, οι απλοί πολίτες, που είμαστε ανήξεροι των πεπραγμένων στα υψηλά κλιμάκια και όσων διαδραματίζονται στις θέσεις κλειδιά. Πληρώνουμε ακριβά τη νύφη, επειδή είμαστε ευκολόπιστοι, αθώοι κι εύκολα θύματα των λαοπλάνων.
Τις όποιες λοιπόν αστοχίες μας, εκούσιες ή ακούσιες, δόλιες ή εξ αμελείας, σκόπιμες και άσκοπες, μεθοδευμένες ή τυχοδιωκτικές, τις κουβαλάμε μαζί μας, χωρίς μεταμέλεια κι αλλαγή πλεύσης ακόμη και με τα τόσα σημερινά δεινά, αλλά και το χειρότερο που κάνουμε είναι να τα φορτώνουμε στους νέους της πατρίδας μας, στα τρυφερά κι άσπιλα βλαστάρια, στα οποία εναποθέτουμε τις αισιόδοξες προσδοκίες μας, που απορρέουν απ’ την ακράδαντη πίστη μας στον Χριστό.
Έτσι αντί να τα βοηθήσουμε στα πρώτα, μουδιασμένα βήματά τους στη ζωή, αντί να τα υποστηρίξουμε προσφέροντας ένα αλώβητο κι αειθαλές κοινωνικό περιβάλλον, ως βάση κι ώθηση και κίνητρο κι εφαλτήριο κι εναρκτήριο λάκτισμα για να ευδοκιμήσουν, έστω και μέσα στην σκληρότητα της σημερινής εποχής, τους παρέχουμε μια αρνητική κληρονομιά που σκοπό έχει την διαπλοκή και συγχρόνως αφίσταται από το σπουδαίο περιεχόμενο, αγκαλιάζοντας ένα δηλητηριασμένο.
Οι απόδημοι Έλληνες περισσότερο κι απ’ τους Ελλαδίτες, σέβονται την δόξα και την τιμή της Ελλάδας, η οποία διαπρέπει σε μια ζηλευτή συνεχή πορεία που αρχίζει από αμνημόνευτους καιρούς της αρχαιότητας και μετά από σύντομα διαλείμματα ξεκούρασης μέσα από δαιδαλώδη φαράγγια κι ασύμμετρες δυσκολίες, επελαύνει ξανά ακάθεκτη προς κατάκτηση του ζενίθ.
Για την αφοσίωση και προσφορά στον Χριστιανισμό, τόσο παρέχοντας το έμψυχο, αλλά και το υλικό πλαίσιο διάδοσης στα πρώτα χριστιανικά, όσο και τώρα με το λαϊκο- κληρικό σύστημα, την ακλόνητη πίστη μας, την τήρηση του πανάγιου θελήματός Του, την αγάπη μας προς τον πλησίον, μας αξίωσε κατά χάρη ο Χριστός μας να χαιρόμαστε ένα απαράμιλλο φυσικό περιβάλλον, το οποίο η θάλασσα και το κύμα συνθέτουν τα χρώματα –άσπρο και μπλε- της σημαίας της παινεμένης χώρας μας, ενώ ο γαλάζιος ουρανός και τα πανύψηλα χιονισμένα βουνά που βουτούν μέσα στα άσπρα σύγνεφα, το επιβεβαιώνουν, ενώ το όλο πλούσιο ανάγλυφο, με τις λεκάνες, κοιλάδες, λίμνες και ποτάμια προδίνει το αξεπέραστο χάρισμα του Θεού, μαζί με τη λεβεντιά, «το καλόν καγαθόν», «παν μέτρον άριστον», «το γοργόν και χάριν έχει», «το τερπνόν μετά του ωφελίμου», τη δυνατότητα.
Για όλα αυτά νιώθουμε υποχρεωμένοι στο έπακρο απέναντι στην Ελλάδα για την αμέριστη συμβολή της στην πολυσχιδή ανάπτυξη, τόσο της υλικής μας υπόστασης, όσο και της ηθικής, συμπεριλαμβανομένης και της προσωπικότητας. Για τα προσόντα που έχει, την ακτινοβολία που ασκεί, τα υπέρ που διαθέτει, όλοι μας της αποτίουμε θαυμασμό, τιμή και σεβασμό, γι’ αυτό διαλαλούμε ότι είμαστε διατεθειμένοι ακόμη να χύσουμε την ύστατη ρανίδα του αίματός μας, αναπτύσσοντας κι επίπονο αγωνιστικό παλμό στον βωμό της.
Προϋπόθεση για την ένδειξη της ευγνωμοσύνης μας προς αυτήν φθάνει μόνον που μας επιτρέπει να έχουμε την ιθαγένεια του Έλληνα, του οποίου με καμάρι και ξεχωριστή τιμή φέρουμε το όνομα.