Αναρτήθηκε στις:20-11-25 14:59

Οι λαϊκοί βάρδοι ξαναζωντανεύουν - Η Ναυσικά Γεραμάνη και η Μαριάννα Τζιαντζή μιλούν για τον Πάνο Γεραμάνη


• Συνέντευξη στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη


Η κινητήρια αιτία για να εκδοθεί το βιβλίο «Πάνος Γεραμάνης και Λαϊκοί Βάρδοι ήταν η επιθυμία πολλών φίλων του Πάνου Γεραμάνη να ψηφιοποιηθεί, να απομαγνητοφωνηθεί και να διασωθεί το σύνολο των εκπομπών των «Λαϊκών Βάρδων» και να αξιοποιηθεί μελλοντικά από κάθε ενδιαφερόμενο.

Ποια ήταν η αφορμή για να εκδοθεί το βιβλίο «ΠΑΝΟΣ ΓΕΡΑΜΑΝΗΣ ΚΑΙ ΛΑΪΚΟΙ ΒΑΡΔΟΙ, στιγμές από τη ζωή τους» εκδόσεις ΤΟΠΟΣ;


Αφορμή στάθηκε η συμπλήρωση 20 χρόνων από τον θάνατο του Πάνου Γεραμάνη, που χάθηκε ξαφνικά σε ηλικία 59 ετών. Όμως η κινητήρια αιτία ήταν η επιθυμία πολλών φίλων του Πάνου Γεραμάνη αλλά και η δική μας να ψηφιοποιηθεί, να απομαγνητοφωνηθεί και να διασωθεί το σύνολο των εκπομπών των «Λαϊκών Βάρδων» και να αξιοποιηθεί μελλοντικά από κάθε ενδιαφερόμενο. Το βιβλίο είναι το επιστέγασμα μιας προσπάθειας που ξεκίνησε το 2016. Είναι το αποτέλεσμα μιας πολύχρονης δικής μας εργασίας, αλλά και της σταθερής στήριξης που μας πρόσφερε το Αρχείο της ΕΡΤ.

Η ιστορική ραδιοφωνική εκπομπή της ΕΡΤ ξεκίνησε το 1990 και σταμάτησε το 2005. Γιατί είχε μεγάλη ακροαματικότητα;


Οι «Λαϊκοί Βάρδοι» είχαν απήχηση σε εκατοντάδες χιλιάδες ακροατές στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, όπως διαπιστώνουμε από κάποιες «λάιβ» εκπομπές στις οποίες τηλεφωνούσαν ξενιτεμένοι από όλο τον κόσμο, ακόμα και ναυτικοί που άκουγαν την εκπομπή στα υπερπόντια ταξίδια τους. Οι ακροατές αντιλαμβάνονταν την αγάπη και τον σεβασμό του Πάνου Γεραμάνη για ό,τι έκανε. Εκτιμούσαν το γεγονός ότι εκείνος δεν δεσμευόταν από κάποια playlist, όπως συχνά συμβαίνει σήμερα, ή από τις υποδείξεις των δισκογραφικών εταιρειών. Οι εκπομπές του δεν μετέδιδαν απλώς πληροφορίες αλλά εξέπεμπαν ανθρώπινη ζεστασιά, γενναιοδωρία και καλοσύνη.Χάρη στον Πάνο, οι καλεσμένοι του έβγαζαν προς τα έξω τον καλύτερο εαυτό τους.

Πώς ήταν ο άνθρωπος Πάνος Γεραμάνης;


Ο Πάνος Γεραμάνης ήταν εξωστρεφής, πληθωρικός, με πολλές αγάπες (το λαϊκό τραγούδι, το ποδόσφαιρο, τη λαϊκή ταβέρνα κ.ά.) που τις υποστήριζε δυναμικά. Δεν μπορούσε να ζήσει χωρίς τους φίλους του, μια ολόκληρη στρατιά φίλων, διάσημων και άσημων, για τους οποίους συχνά γινόταν θυσία. Τους υποστήριζε ακόμα και όταν ο ίδιος δεν ενέκρινε κάποιες επιλογές τους στην καλλιτεχνική ή την προσωπική τους ζωή. «Αδυναμίες», έλεγε με επιείκεια αλλά χωρίς συγκατάβαση. Είχε καταπληκτική μνήμη («ανθρώπινο Google» τον χαρακτήρισαν), ένα πολύτιμο εφόδιο σε μια εποχή που δεν καταφεύγαμε στα δεκανίκια του ίντερνετ.

Το βιβλίο είναι φόρος τιμής σε εκατοντάδες καλλιτέχνες και δημιουργούς που συνομίλησαν με τον Πάνο Γεραμάνη. Ποια είναι η συμβολή αυτή της εκπομπής στον πολιτισμό;


Η συμβολή της στον πολιτισμό έγκειται στο ότι διέδωσε και διέσωσε σπουδαία τραγούδια που ήταν ξεχασμένα ή περιφρονημένα. Επίσης στο ότι ανέδειξε και την ευγένεια, το μεράκι, τη φαντασία και τη δημιουργικότητα των ανθρώπων που από διάφορα μετερίζια υπηρέτησαν το λαϊκό τραγούδι της περιόδου 1950-1965.

Το βιβλίο που κυκλοφορεί τώρα μας ξαναθυμίζει πάλι πώς ήταν τότε το ραδιόφωνο και πόσο ακροαματικότητα είχε. Μήπως υπάρχει νοσταλγία με εκείνη την εποχή;


Κάποτε το ραδιόφωνο ήταν πανταχού παρόν. Από το ραδιόφωνο ο κόσμος μάθαινε τα καινούρια τραγούδια. Βάδιζες σε μια γειτονιά και παντού, από τα ανοιχτά παράθυρα των σπιτιών, άκουγες ήχους ραδιοφώνου. Μια μικρή δόση νοσταλγίας είναι αναπόφευκτη, αρκεί η νοσταλγία να μη μας εμποδίζει να βλέπουμε με καθαρή ματιά το σήμερα.


Ποια είναι η σημερινή κατάσταση με τις ραδιοφωνικές εκπομπές. Ακούει σήμερα ο κόσμος ραδιόφωνο;


Πολλοί εξακολουθούν να ακούνε ραδιόφωνο, ιδίως όταν οδηγούν, όμως η δύναμη του ραδιοφώνου δεν είναι αυτή που ήταν κάποτε. Από τους «Λαϊκούς Βάρδους» μαθαίνουμε ότι όταν τα τραγούδια του Επιτάφιου τραγουδήθηκαν σε μια λαϊκή ταβέρνα στο Αιγάλεω, το κοινό αντέδρασε αρνητικά: «Τι είναι αυτό που μας βάζετε ν’ ακούσουμε; Παίξτε “Tα δυο σου χέρια πήρανε βεργούλες και με δείρανε!”» Όταν όμως τα ίδια τραγούδια άρχισαν να ακούγονται από το ραδιόφωνο, από τις διαφημιστικές εκπομπές των δισκογραφικών εταιρειών, ο Επιτάφιος επιβλήθηκε, πέρασε και στα λαϊκά μαγαζιά και ο κόσμος άκουγε συνεπαρμένος.

Μου άρεσαν τα κεφάλαια που είναι χωρισμένα σε ενότητες και κάθε μια παρουσιάζει τους καλλιτέχνες. Ποιος ήταν ο λόγος που έγινε αυτή η επιλογή;


Το ηχητικό υλικό που μας παραχώρησε η ΕΡΤ ήταν αχανές. Εκατοντάδες εκπομπές. Τα απομαγνητοφωνημένα κείμενα ξεπερνούν το ένα εκατομμύριο λέξεις. Στο βιβλίο αποφύγαμε τη χρονολογική ή την εγκυκλοπαιδική παρουσίαση. Επιλέξαμε να αναπτύξουμε 13 θεματικές ενότητες που περιγράφουν το σύμπαν του λαϊκού τραγουδιού: τα πρώτα δύσκολα, λόγω της φτώχειας, παιδικά και νεανικά χρόνια των καλλιτεχνών, τις λαϊκές ταβέρνες, τα πανηγύρια, τις ηχοληψίες κ.ά.

Μου άρεσε το κεφάλαιο με το πώς ανακάλυπταν νέες φωνές. Μανόλης Αγγελόπουλος, Πόλυ Πάνου, Σπύρος Ζαγοραίος και τόσοι άλλοι. Τι έχει αλλάξει από τότε;


Αυτό που κυρίως έχει αλλάξει είναι το γεγονός ότι οι άνθρωποι, οι παρέες «δεν» τραγουδούν στον δρόμο. Πολλοί, που αργότερα έγιναν φίρμες, τραγουδούσαν στον δρόμο μετά το ξενύχτι σε κάποια λαϊκή ταβέρνα ή έκαναν καντάδα σε κάποιο κορίτσι που τους άρεσε. Κι εδώ παρεμβαίνουν οι «κυνηγοί ταλέντων». Ο σπουδαίος στιχουργός Χαράλαμπος Βασιλειάδης ή Τσάντας τριγυρνούσε με τα πόδια στη Νέα Ιωνία και σε άλλες γειτονιές, με το αυτί τεντωμένο μήπως ανακαλύψει κάποια ωραία λαϊκή φωνή. Άλλοι έκαναν το ίδιο κάτω από τις υπό ανέγερση οικοδομές. Τότε δεν υπήρχαν τηλεοπτικά σόου όπως, π.χ., το «TheVoice», για να φανούν οι καλές φωνές, ούτε σόσιαλ μίντια και ινφλουένσερ υπήρχαν ώστε να προωθήσουν, να προμοτάρουν οι ίδιοι οι καλλιτέχνες τον εαυτό τους.

Μιλούν γνωστοί και άγνωστοι με απλότητα για το τι υπήρχε στα λαϊκά κέντρα. Τι αντιπροσώπευε η λαϊκή ταβέρνα και το λαϊκό τραγούδι εκείνης της εποχής;


Ας απαντήσουμε με τα λόγια της Άντζελας Γκρέκα, μιας σπουδαίας τραγουδίστριας, γεννημένης στον Κορυδαλλό: «Ο κόσμος ζούσε με το λαϊκό τραγούδι τότε. Στις λαϊκές ταβέρνες. Ήτανε βίωμά του. Ήτανε λαϊκός κόσμος, γειτονιά. Ήταν αλληλένδετα αυτά τα δύο». Ο Πάνος Γεραμάνης παρατηρεί: «Διασκέδαση δεμένη με τα προβλήματα». «Τα ξεχνάγανε!» τονίζει η Άντζελα Γκρέκα. «Τα ξεχνάγανε παρά το γεγονός ότι τα λόγια των τραγουδιών τούς θύμιζαν τα προβλήματά τους;» ρωτά ο Πάνος Γεραμάνης, αλλά η καλεσμένη του επιμένει: «Παρά το γεγονός ότι τους θύμιζαν πάρα πολλά, ξεχνούσαν τα βάσανά τους». Και αυτό κυρίως συνέβαινε στις προσφυγικές συνοικίες, όχι μόνο γιατί οι Μικρασιάτες ήξεραν να γλεντούν αλλά και επειδή οι ίδιοι έφεραν στην Ελλάδα μια πλούσια μουσική παράδοση, αλλά και μια παράδοση κοινωνικότητας και δημιουργικής συμμετοχής στον δημόσιο βίο.



img

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

    img