Η δημοσιονομική στάση θα παραμείνει υποστηρικτική, καθώς οι εκταμιεύσεις των επιχορηγήσεων και των δανείων από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας προβλέπεται να αυξηθούν από 1,8% του ΑΕΠ το 2024 σε 3,6% το 2026.
«Τυχόν καθυστερήσεις στην απορρόφηση των πόρων του ΤΑΑ, μία υπερβολική αύξηση των μισθών ή νέα ακραία καιρικά φαινόμενα θα μπορούσαν να περιορίσουν τις προοπτικές» αναφέρει ο διεθνής οργανισμός
Ο ΟΟΣΑ προβλέπει ότι η αύξηση της απασχόλησης θα επιβραδυνθεί σταδιακά, εν μέσω αύξησης του κόστους εργασίας – για τους ονομαστικούς μισθούς αναφέρει ότι αυξήθηκαν 8,6% στο δεύτερο τρίμηνο του 2024 σε ετήσια βάση καθώς οι ελλείψεις εργατικού δυναμικού παραμένουν σε ιστορικά υψηλά επίπεδα.
Ο ΟΟΣΑ προβλέπει ότι ο πληθωρισμός θα υποχωρήσει σταδιακά κοντά στο 2% ως το 2026, παρά την εμμονή που δείχνουν ακόμη οι αυξήσεις στις υπηρεσίες, αλλά και ο δομικός πληθωρισμός, ο οποίος αναμένεται να υποχωρήσει το 2025 στο 3,3%, από 3,7% φέτος και στο 2,1% το 2026.
Για το δημόσιο χρέος, ο ΟΟΣΑ εκτιμά ότι τα πρωτογενή πλεονάσματα της τάξης του 2,4% του ΑΕΠ το 2025 και το 2026 θα συμβάλουν στην περαιτέρω μείωσή του στο 148,1% του ΑΕΠ το 2026. Παράλληλα, σημειώνει, η εξαγγελθείσα μείωση των ασφαλιστικών εισφορών (που αντιστοιχεί στο 0,2% του ΑΕΠ) και η αύξηση των συντάξεων (που αντιστοιχεί επίσης στο 0,2% του ΑΕΠ) θα στηρίξει τα εισοδήματα το 2025.
«Η διατήρηση μίας σταθερής πτωτικής πορείας του δημόσιου χρέους πρέπει να παραμείνει προτεραιότητα, καθώς το κόστος από τη γήρανση του πληθυσμού και οι επενδυτικές ανάγκες θα προστεθούν σε μελλοντικές πιέσεις στις δαπάνες», αναφέρει ο ΟΟΣΑ. Προσθέτει επίσης ότι ο περιορισμός φορολογικών δαπανών, ιδιαίτερα για τα ορυκτά καύσιμα, και οι συνεχιζόμενες προσπάθειες για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής θα αύξαναν επίσης τα έσοδα και θα επέτρεπαν τη μείωση του φορολογικού βάρους στην εργασία για τους χαμηλόμισθους, ενθαρρύνοντας περαιτέρω αύξηση της απασχόλησης».
Η παγκόσμια οικονομία παρέμεινε ανθεκτική φέτος, παρά τις διαφορές στην ένταση της δραστηριότητας μεταξύ χωρών και τομέων. Ο πληθωρισμός συνέχισε να μετριάζεται και ο συνολικός πληθωρισμός έχει πλέον επιστρέψει στους στόχους της κεντρικής τράπεζας στις περισσότερες οικονομίες.
Η αύξηση του παγκόσμιου ΑΕΠ προβλέπεται να ενισχυθεί ελαφρώς στο 3,3% το 2025 και να παραμείνει σταθερή σε αυτό το επίπεδο έως το 2026. Στις οικονομίες του ΟΟΣΑ, η αύξηση του ΑΕΠ προβλέπεται να είναι μέτρια σε σχέση με την προ πανδημίας περίοδο, στο 1,9% τόσο το 2025 όσο και το 2026. Σε οικονομίες εκτός ΟΟΣΑ, η συνολική ανάπτυξη αναμένεται επίσης να παραμείνει γενικά σταθερή.
Ο βασικός πληθωρισμός συνέχισε να μειώνεται στις περισσότερες χώρες έως το 2024, οδηγούμενος από περαιτέρω πτώση του πληθωρισμού των τιμών των τροφίμων, της ενέργειας και των αγαθών. Ωστόσο, ο πληθωρισμός των τιμών των υπηρεσιών εξακολουθεί να αποδεικνύεται επίμονος και ήταν περίπου 4% στη διάμεση οικονομία του ΟΟΣΑ τον Σεπτέμβριο. Όσον αφορά το μέλλον, ο ετήσιος πληθωρισμός τιμών καταναλωτή στις χώρες της G20 αναμένεται να υποχωρήσει περαιτέρω και, μέχρι το τέλος του 2025 ή στις αρχές του 2026, ο πληθωρισμός προβλέπεται να επιστρέψει στον στόχο σχεδόν σε όλες τις υπόλοιπες μεγάλες οικονομίες.
Ο ΟΟΣΑ υπογραμμίζει ότι παρά τη χαλάρωση των αγορών εργασίας, οι ελλείψεις εργατικού δυναμικού και δεξιοτήτων παραμένουν σε πολύ υψηλά επίπεδα. Την τελευταία δεκαετία, τα ποσοστά κενών θέσεων εργασίας έχουν σχεδόν διπλασιαστεί, με ιδιαίτερα απότομες αυξήσεις σε τομείς όπως η υγειονομική περίθαλψη και οι ΤΠΕ. Η γήρανση του πληθυσμού επιδεινώνει αυτές τις ελλείψεις και αναμένεται να επιταχυνθεί τις επόμενες δεκαετίες. Οι επίμονες ελλείψεις εργατικού δυναμικού μπορούν να εμποδίσουν την οικονομική ανάπτυξη και να αξιοποιήσουν στο έπακρο τις ψηφιακές και πράσινες μεταβάσεις. Για να αντιμετωπιστεί αυτό, η ευθυγράμμιση του εργατικού δυναμικού και των δεξιοτήτων του με τις αναδυόμενες ανάγκες απαιτεί δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις για την αναβάθμιση δεξιοτήτων, καθώς και μεταρρυθμίσεις στα συστήματα εκπαίδευσης και δια βίου μάθησης.
Το κεντρικό σενάριο του ΟΟΣΑ στις Οικονομικές Προοπτικές απεικονίζει μια εικόνα ανθεκτικότητας. Ωστόσο, αυτή η αισιοδοξία μετριάζεται από σημαντικές αβεβαιότητες. Οι αυξημένες γεωπολιτικές εντάσεις κινδυνεύουν να διαταράξουν τις ενεργειακές αγορές και τις αλυσίδες εφοδιασμού, δυνητικά να αυξήσουν τον πληθωρισμό και να περιορίσουν την οικονομική δραστηριότητα. Γενικότερα, αυτές οι εντάσεις έχουν δημιουργήσει αντίθετους ανέμους για το εμπόριο τόσο στις προηγμένες όσο και στις αναδυόμενες αγορές, ενισχύοντας την αβεβαιότητα σχετικά με τη μελλοντική πορεία του παγκόσμιου εμπορίου. Ένα πιο κατακερματισμένο, προστατευτικό περιβάλλον συναλλαγών και εσωστρεφείς πολιτικές θα επηρέαζαν αρνητικά τον ανταγωνισμό, θα ανέβαζαν τις τιμές και θα παρεμπόδιζαν την παραγωγικότητα και την ανάπτυξη, ενώ θα επιβάρυνε επίσης τις δυνατότητες των αναδυόμενων οικονομιών της αγοράς να καλύψουν τη διαφορά.