Αναρτήθηκε στις:21-06-18 09:45

Πνευματική κατηφόρα


Γράφει ο Ηλίας Αθ. Καραθάνος


Συμβολίζοντας την ηθική κατάπτωση στο τέλμα της αμαρτίας, ο Κύριος Ιησούς Χριστός, με την παραβολή του της Ευαγγελικής περικοπής (Λουκά ι΄25-37), μας εκθέτει για την πνευματική κατηφόρα, λέγοντας: «Άνθρωπός τις κατέβηκεν από Ιερουσαλήμ εις Ιεριχώ».

Η ερώτηση του νομοδιδασκάλου προς τον Χριστό, προκειμένου να Τον πειράξει «ποιος είναι ο πλησίον μου», στάθηκε αφορμή στον Κύριο να εκστομίσει μία απ’ τις παραβολές Του, με νύξη στα πνευματικά. Κι η εξιστόρησή Του, περιλαμβάνει τα παρακάτω στοιχεία: Κάποιος άνθρωπος κατέβαινε από την Ιερουσαλήμ προς την Ιεριχώ. Στο δρόμο και καθώς ήταν αναγκασμένος να βαδίζει, μέσα από βραχώδη κι έρημη περιοχή, όπου πολλοί ληστές είχαν τα λημέρια τους σε σπηλιές, συνάντησε κάποιους τέτοιους, καθώς έπεσε σε ενέδρα τους.

Αυτοί τον έριξαν κάτω, του πήραν ό,τι είχε και δεν είχε, ακόμη και τα ρούχα που φορούσε, και σαν μην έφθανε αυτό, τον κατατραυμάτισαν κιόλας, και κατόπιν εξαφανίσθηκε, αφήνοντάς τον αβοήθητο και στο έλεος του Θεού «ημιθανή τυγχάνοντα», μισοπεθαμένο. Πολύ δύσκολο να βρεθεί κάποιος καλοπροαίρετος άνθρωπος σε αυτόν τον άγριο, απόμερο κι έρημο τόπο, πρόθυμος να προσφέρει βοήθεια. Όμως κάποια στιγμή φάνηκε κάποιος Ιερέας των Ιουδαίων, Λεβίτης όπως τον έλεγαν. Τότε πήρε θάρρος ο πληγωμένος, ακόμη μόλις τον αγνάντεψε από μακριά.

Εντούτοις όμως, οι ελπίδες διαψεύστηκαν, προκάλεσε έκπληξη η ανεκπλήρωτη προσδοκία, μάλιστα από έναν ιερωμένο. Η απογοήτευση μεγάλη. Πέρασε δυστυχώς μπροστά του, τον είδε μέσα στα χάλια του κι έφυγε. Το ίδιο σκηνικό εκτυλίχτηκε και με έναν άλλο λεβίτη, «ελθών και ιδών αντιπαρήλθε». Δηλαδή τον είδε στην κατάστασή του κι αδιάφορος κι αναίσθητος κι άσπλαχνος, προσπέρασε.

Αυτοί που κατεξοχήν, θα έπρεπε να ενδιαφερθούν για τον τραυματισμένο διαβάτη, αδιαφόρησαν, πράγμα που σημαίνει ότι πολλοί αξιωματούχοι, όχι μόνον θρησκευτικοί, κατέχουν ανάξια τα διάφορα αξιώματα.

Μετά απ’ αυτούς πλησίασε τον πολυτραυματία, τελευταίος στην συγκεκριμένη διήγηση του Ιησού Χριστού. Σαμαρείτης αυτός, δηλαδή αλλόφυλος κι αλλόδοξος. Κι ενώ κανείς δεν θα περίμενε τίποτε από αυτόν, καθώς το χάσμα που χώριζε τους Ιουδαίους από τους Σαμαρείτες, ήταν αγεφύρωτο.

Εντούτοις αυτός ήρθε κοντά του και γονάτισε επισταμένως κι επιμελώς σκύβοντας πάνω του κι άρχισε να τον φροντίζει και περιποιείται. Λεπτομερώς του έπλυνε καλά τις πληγές με κρασί, του «γλύκανε» τους αφόρητους πόνους με λάδι, σαν με αλοιφή, έδεσε τις ανοικτές πληγές του με επιδέσμους…

Κι έπειτα από τις επί τόπου αδερφικές φροντίδες, σήκωσε τον τραυματία και τον ανέβασε πάνω στο άλογό του, το οποίο πρόσχαρα στερείται στο εξής, προκειμένου να τον οδηγήσει στο πιο κοντινό πανδοχείο.

Και τον περιποιήθηκε εκεί ακόμη περισσότερο κι αφού διανυκτέρευσε μια βραδιά μαζί του, την άλλη μέρα αποφάσισε ο ίδιος να φύγει για τις δουλειές του και να τον αφήσει πληγωμένο στην επίβλεψη του ξενοδόχου, πληρώνοντας ταυτόχρονα με τη φυγή του από τα δικά του χρήματα. Επίσης, υποσχέθηκε ότι μετά από τον σύντομο γυρισμό του, να πληρώσει αμέσως, όσα επιπλέον χρειάζονται, σύμφωνα με τον λογαριασμό του πανδοχέα για τυχόν περισσότερες περιποιήσεις που θα είχε καταβάλλει.

Και στη συνέχεια ο Ιησούς Χριστός ρώτησε τον εγωιστή νομικό, που κατάλαβε το υποκριτικό κι ειρωνικό ύφος του συνομιλητή Του και καταλήγει ξεκάθαρα ότι πήγαινε στο καλό και κάνε κι εσύ το ίδιο.

Βέβαια, ο Χριστός την προκειμένη παραβολή που περιγράφεται υπό του Αγίου κι Ευαγγελιστή Λουκά, την εκστόμισε για να διδάξει. Κι εμείς παρακάτω, θα προσθέσουμε κάποια δικά μας ερμηνευτικά, επεξηγηματικά στοιχεία εν είδει σημειώσεων, που βοηθούν τον αναγνώστη στην επίλυση τυχόν αποριών του, κατά το δικό μας ταπεινό φρόνημα κι ευτελή άποψή μας.

Βέβαια, ο Χριστός την προκειμένη παραβολή που καταγράφει ο Ευαγγελιστής Λουκάς, είπε για να διδάξει την ευσπλαχνία και την αλληλεγγύη, απόρροια της άφατης αγάπης προς τον πλησίον, τον άλλο, τον συνάνθρωπο, σύμφωνα και με το λεχθέν: «Αγαπάτε αλλήλους»..

Είναι όμως τυχαίο το γεγονός κατά το οποίο ο Ιησούς Χριστός οποίο, βάζει στην παραβολή Του, κάποιος άνθρωπος να κατεβαίνει από την Ιερουσαλήμ προς την Ιεριχώ, ήτοι από τα βόρεια προς τα νότια, δηλαδή υπήρξε υψομετρική διαφορά μεταξύ τους κι όχι το αντίθετο, να ανεβαίνει.

Δεν είναι τυχαίο. Σύμφωνα με τους Πατέρες της Εκκλησίας, βαθύ αλληγορικό νόημα κρύβεται στην παρούσα παραβολή. Η Ιερουσαλήμ συμβολίζει την ανώτερη πνευματική ζωή, ενώ η Ιεριχώ παραστάνει την υλόφρονη κι αμαρτωλή ζωή των παθών.

Ο άνθρωπος κατέβαινε, ακολουθούσε πτωτική πορεία. Δηλαδή αυτό που και σήμερα λέμε παραβολικά: Πήρε τον κατήφορο στη ζωή του. Πρόκειται για την τάση, τη ροπή που μετά το προπατορικό αμάρτημα, έχουμε όλοι οι άνθρωποι προς τα κάτω, δηλαδή προς τα γήινα, τα χαμερπή, τα χοϊκά, τα τιποτένια, τα μηδαμινά πράγματα.

Κι ακριβώς στην καθοδική αυτή τροχιά, στον κατήφορο, τι θα συναντήσει κανείς; Ληστές, δηλαδή τους δαίμονες, που άλλο δεν κάνουν, παρά να καταξεσχίζουν τον άνθρωπο,, να του προξενούν πληγές ψυχικές, τραύματα ανυπόφορα, λόγω των αμαρτιών.

Φαίνεται ελκυστική κι επιθυμητή η ζωή της αμαρτίας, της υλικής απόλαυσης, ηδονής, καλοπέρασης και χλιδής. Αυτή η ευκολία δεν αρμόζει στην Χριστιανική διδασκαλία, όπως είναι ο κατήφορος. Όμως το αποτέλεσμα είναι αυτός ο σ σπαραγμός.

Αναμφίβολα, η αμαρτία κατατρέχει τον άνθρωπο, του απαγορεύει την θέωση, τον κομματιάζει, τον ξεσχίζει, τον εξαθλιώνει, κυριολεκτικά σε ατομικό κι οικογενειακό ή άλλο συλλογικό επίπεδο. Επομένως, ας μην πάρουμε τον δρόμο που έχει κατηφόρα, γιατί κινδυνεύουμε να χαθούμε.




img

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ









img