Αναρτήθηκε στις:13-09-19 10:01

Ένα καλάθι με δώρα άδωρα…


Γράφει ο Δημήτρης Χαμπίπης*


Την θερινή ραστώνη διαδέχεται η Διεθνής Έκθεση Θεσ/νίκης που μας προσγειώνει στην ωμή πραγματικότητα αφού αποτελεί το βαρόμετρο για τις οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές εξελίξεις.

Η Διεθνής Έκθεση που από το 1926 για 84η φορά φέρνει την Θεσ/νίκη στο επίκεντρο του οικονομικού ενδιαφέροντος σε Ελλάδα, Βαλκάνια, Νοτιοανατολική Ευρώπη, αλλά και παγκόσμιας εμβέλειας εμπορικό κόμβο.

Είθισται τα εγκαίνια της έκθεσης να γίνονται από τον Πρωθυπουργό της χώρας που πέρα από το πρόσθετο κύρος δίνεται ο τόνος και η προοπτική για τις διεργασίες και τις πολιτικές εξελίξεις.

Είναι πολύ έντονο το ενδιαφέρον όλων των κοινωνικών τάξεων για τα εξαγγελλόμενα από το βήμα της έκθεσης ώστε να διερμηνεύσουν τις προθέσεις και κυρίως για το εάν το καλάθι θα είναι μισογεμάτο η μισοάδειο.

Η μεταπολιτευτική περίοδος ξεκίνησε το 1974 με τον Κων/νο Καραμανλή να αποφεύγει τις δημαγωγικές ρητορείες και να εστιάζει στην αναπτυξιακή προοπτική και τις δυνατότητες της χώρας να γίνει κυρίαρχη οικονομική δύναμη στα Βαλκάνια και στην ανάγκη συγκλίσεων των επιπέδων και της ποιότητας ζωής με τις άλλες Ευρωπαϊκές χώρες.

Στο βήμα της Έκθεσης τον διαδέχθηκε ο Ανδρέας Παπανδρέου που συνδύασε την αναπτυξιακή πορεία της χώρας με την άνοδο του βοιωτικού επιπέδου του λαού. Για πολλά χρόνια οι εργαζόμενοι, οι συνταξιούχοι, οι αγρότες και οι μικρομεσαίοι επιχειρηματίες περίμεναν πως και πώς να έρθει ο Σεπτέμβρης για να ακούσουν εξαγγελίες που τους αφορούσαν άμεσα και που θα επηρέαζαν καθοριστικά την πορεία της ζωής τους.

Ο Αντρέας ήταν ο εμπνευστής της δημαγωγικής λογικής των θα, και θα, και θα.

Ήταν όμως και αυτός που στην συνέχεια φρόντιζε η συντριπτική πλειοψηφία των υποσχέσεων να γίνεται πράξη. Φρόντιζε πάντα ο παραγόμενος πλούτος να αναδιανέμεται προς όφελος των κοινωνικών ομάδων που για χρόνια βρισκόταν στην απομόνωση, στην καταπίεση και σε καθεστώς διαρκούς φτωχοποίησης.

Και μετά ήρθαν οι βάρβαροι.

Ήρθε πρώτος υπό καθεστώτος σύντομης παρένθεσης ο Κων/νος Μητσοτάκης που αγωνιούσε για τα χρέη που λιμνάζουν και πολλαπλασιάζονται και που από το βήμα της Έκθεσης τρομοκρατούσε τους πολίτες με τις νεοφιλελεύθερης έμπνευσης αντιλήψεις του για την κατάργηση του κοινωνικού κράτους λέγοντας ότι κοστίζει ακριβά και όποιος θέλει κοινωνικές υπηρεσίες να πληρώσει, αδιαφορώντας αν αδύναμοι, ανήμποροι και μη έχοντες και κατέχοντες έχουν την δυνατότητα.

Ήρθε μετά ο Κώστας Σημίτης που από το βήμα της Έκθεσης ζητούσε να σφίξει το ζωνάρι και διαρκείς λιτότητες. Είχε κάνει από νωρίς το μέγα λάθος να βάλει την χώρα σε μια ανεξέλεγκτη και αλλοπρόσαλλη αγορά των ισχυρών της Ευρώπης, ξυπόλυτη όμως στ’ αγκάθια.

Ήθελε μια ανάπτυξη στηριγμένη σε δυνατά πόδια με σύγχρονα έργα υποδομής που θα άλλαζαν την εικόνα της χώρας και επιτυχείς Ολυμπιακούς αγώνες που όμως χρειαζόταν λεφτά, συμπληρωματικά με τις παχυλές Ευρωπαϊκές χρηματοδοτήσεις που έπρεπε να πληρώσει ο λαός. Και που μέσα από τον κυκεώνα και τις αδιαφανείς διαδικασίες επωάστηκαν, εκκολάφτηκαν και μας προέκυψαν και τα λαμόγια.

Ήρθε μετά ο Καραμανλής ο νεώτερος. Που από το βήμα της Έκθεσης προσπαθούσε να μιμηθεί τον Αντρέα. Υποσχόταν στον λαό αυξήσεις και καλύτερη ποιότητα ζωής αλλά στην ουσία τον παραπλανούσε. Γιατί αμέσως μετά προσαύξανε τους άμεσους και έμμεσους φόρους που επιβάρυναν δυσανάλογα τα εισοδήματα. Στην ουσία δηλ. χρύσωνε το χάπι δίνοντας 1 ευρώ και παίρνοντας πίσω στην συνέχεια 2. Ήταν όμως συνεπής στην αύξηση της απασχόλησης με 400.000 νέες θέσεις εργασίας. Άφησε το κράτος να αυτοδιοικείται στον αυτόματο πιλότο και όποιος ήθελε με συνοπτικές διαδικασίες αυτοδιοριζόταν στο δημόσιο. Έφτασε η Ελλάδα των 10.000.000 κατοίκων (απογραφή του 2000) να διοικείται από 1.100.000 υπαλλήλους. Ένας υπάλληλος στους εννέα πολίτες δηλ όταν στο σύμφωνο σταθερότητας το πλαφόν είναι ένας στους σαράντα. Χρέωσε την χώρα με 100 δις ευρώ σε 5 χρόνια, υποθήκευσε το μέλλον της για πάντα και έφυγε ατσαλάκωτος χωρίς κανείς να τολμήσει να τον αγγίξει.

Ήρθε μετά ο Παπανδρέου ο νεώτερος. Από το βήμα της Έκθεσης ούτε ο ίδιος καταλάβαινε τι ήθελε. Ζητούσε πίστωση χρόνου για να ξαναφτιάξει την χώρα από την αρχή. Έλεγε ότι λεφτά υπάρχουν παντού. Σε σεντούκια, στρώματα, offshore εταιρείες και υπεράκτιες τράπεζες. Και ότι θα τα ανακαλύψει μόνο αυτός. Ευτυχώς όμως κιότεψε νωρίς, δείλιασε και λάκισε.

Και μετά ήρθε ο Τσιπραντρέου. Που πριν γίνει καν πρωθυπουργός βάλθηκε να μιμηθεί τον Αντρέα. Σε άλλη όμως διαφορετική εποχή. Από το βήμα της Έκθεσης υποσχέθηκε σε όλους το σύμπαν. Και άμεσα με ένα νόμο και με ένα άρθρο θα καταργήσει τα μνημόνια. Ανεδαφικά και ανεφάρμοστα. Ευτυχώς όμως το βράδυ του δημοψηφίσματος μια ανώτερη δύναμη τον φώτισε. Και τον προσγείωσε ανώμαλα σε μια ζοφερή πραγματικότητα. Και έκανε την κολοτούμπα του αιώνα υπογράφοντας ένα ακόμη αχρείαστο μνημόνιο. Και συνέχισε την υπαρξιακή της πορεία η χώρα. Μόνο που η δεύτερη φορά αριστερά συνθλίφθηκε ανάμεσα στις συμπληγάδες των ανερμάτιστων ιδεοληψιών με το συντηρητικό κατεστημένο ηττήθηκε κατά κράτος και απαξιώθηκε στην συνείδηση της κοινωνίας.

Και σαν το ώριμο φρούτο μας προέκυψε ο Μητσοτάκης ο νεώτερος. Που έχει πολλά κοινά σημεία με τον Παπανδρέου τον νεώτερο. Υπερέχει στα σημεία μόνο λόγω συγκυρίας. Η επιταγή όμως που του δόθηκε δεν είναι εν λευκώ. Αυτός άλλαξε το μοτίβο. Δεν λέει πλέον θα και δεν υπόσχεται τίποτα. Ξέρει πλέον την πεπατημένη και θέλει να μιλήσουν τα έργα του. Ποια έργα όμως αφού όπως έλεγε ο Αντρέας «πολιτική χωρίς χρήματα δεν μπορεί να γίνει σε κανένα επίπεδο». Είναι σφίγγα για την βιώσιμη διαχείριση του δυσθεόρατου δημόσιου χρέους που παρά τις θυσίες του λαού παραμένει ακλόνητο στα 340 δις ευρώ. Στην πρόσφατη συνάντηση με την Μέρκελ «έκανε τον Αλέκο» για την προοπτική μείωσης των πρωτογενών πλεονασμάτων στο 2% από το 2020 κάτι που είχε προταθεί από την προηγούμενη κυβέρνηση και κάνει πολιτική παροχών με τον κουμπαρά των 30 δις ευρώ που κληρονόμησε.

Παροχές όμως όχι «εν τη παλάμη». Απομειώσεις υποχρεώσεων που ήδη έχουν βαρύνει την καμπούρα του λαού τα μνημονιακά χρόνια και αυτές εις το διηνεκές. Αν και όταν και οπόταν και …ανήμερα. Εξήγγειλε την προαποφασισμένη ρύθμιση των 120 δόσεων αλλά δεν διερωτήθηκε ποτέ αυτός και οι σύν αυτώ μικροαστοί του Κολωνακίου αν ο κοσμάκης έχει να πληρώσει. Εν όσο οι κατασχέσεις λογαριασμών και οι πλειστηριασμοί πρώτης κατοικίας τρέχουν ακάθεκτες. Οι αυξήσεις λέει θα προκύψουν συμψηφιστικά με τα εκκαθαριστικά της εφορίας και μετά από τις φορολογικές μειώσεις. Ψέλλισε κάτι και για αυξήσεις, στον κατώτατο μισθό όμως μόνο. Και αυτές υπό προϋποθέσεις με την πάροδο του χρόνου, την ποθητή ανάπτυξη και την πρόοδο της οικονομίας.

Υποσχέσεις χωρίς αντίκρισμα.

Φοβού τους Δαναούς και δώρα φέροντες (Λαοκόων).

*Ο Δημήτρης Χαμπίπης είναι oικονομολόγος




img

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ