Γράφει ο Αντώνης Κολιάτσος*
Στη Φθιώτιδα περιλαμβάνεται και η αρχαία Λοκρίς (η Λοκρίδα). Το όνομα Λοκρίς, κατά τον Καθηγητή, Σταύρο Θεοφανίδη, δόθηκε από τον ημίθεο Λοκρό, που ήταν γιός του Δία. Όσοι μένανε στο Ανατολικό μέρος της Λοκρίδας, λεγόντουσαν Οπούντιοι Λοκροί. Αυτοί που μένανε στο δυτικό μέρος Εσπέριοι Λοκροί, οι διαμένοντες κοντά στο όρος Κνημίς (Σπαρτιάς) και προς το Καλλίδρομο ονομάζονταν Επικνημίδιοι Λοκροί (από το όρος Κνημίς) και αυτοί που πήγαν στην Κάτω Ιταλία Επιζεφύριοι Λοκροί, από το ακρωτήριο Ζεφύριο (σημερινή Καλαβρία). Και οι 4 κατηγορίες των Λοκρών, Οπούντιοι, Εσπέριοι, Επικνημίδιοι και Επιζεφύριοι είναι Έλληνες αυτόχθονες και διακρίνονταν για το ομόθρησκο, το ομόγλωσσο, τα κοινά ήθη και έθιμα, όπως αναφέρει ο Όμηρος, για τους Έλληνες.
Όπως οι Αθηναίοι, νομοθέτη είχαν τον Δράκοντα, οι Σπαρτιάτες τον Λυκούργο, οι Λοκροί είχαν τον Ζάλευκο. Ζάλευκος θα πει πλήρης φωτός. Φωτεινός. Ο Ζάλευκος ήταν Επιζεφύριος Λοκρός και κατά την αρχαία ελληνική παράδοση ήταν ο πρώτος Νομοθέτης στην ελληνική ιστορία και ίσως στην παγκόσμια, που μελέτησε ετερόκλητα δίκαια και διατύπωσε γραπτώς τη νομοθεσία του. Έζησε τον 7ο π.χ αιώνα στην Ιταλική Λοκρίδα, ήταν από τους φωτισμένους και χαρισματικούς ανθρώπους, που εκτός από τη σοφία του κατέχονταν από σύνεση και υψηλά ιδανικά. Ο Αριστοτέλης με την φράση «…νομοθέται δ’ εγένοντο Ζάλευκος τε Λοκροίς και Χαρώνδας (σ.σ, μαθητής του Ζάλευκου) ο Καταναίος…», που εμπεριέχεται στα «Πολιτικά» του, αίρει κάθε αμφισβήτηση για την παρουσία του Ζάλευκου ως ιστορικού προσώπου.
Ο Ζάλευκος, με το «Προοίμιον νόμων»(σ.σ κατά τον Διόδωρο και Στοβαίο είναι το μόνο από τα σωζόμενα, του νομοθετικού έργου του), για πρώτη φορά, εισάγει:
•Την αρχή της τιμωρίας της ανταποδόσεως (οφθαλμόν αντί οφθαλμού).
•Τον θεσμό του ειδικού άρχοντα, που έφερε το όνομα «Κοσμόπολις», επιφορτισμένος με την ευθύνη για την ερμηνεία των νόμων {σ.σ σε περίπτωση που την ερμηνεία του απέρριπτε η βουλή των Λοκρών, (η συνέλευση των χιλίων)}.
.•Τον δραστικό περιορισμό της πολυνομίας, (σ.σ, έπρεπε να περάσουν 200 ολόκληρα χρόνια, από τότε που υπήρξαν οι πρώτοι νόμοι, για να υποβληθεί και να ψηφιστεί κάποιος νέος).
• Τον νόμο περί μοιχείας, σύμφωνα με τον οποίο στον μοιχό επιβάλλονταν η ποινή της τύφλωσης (σ.σ, με την εξόρυξη των δύο οφθαλμών του).
• Τα εμπόδια στην ακόλαστη διαβίωση των γυναικών, οι οποίες έπρεπε να ντύνονται σεμνά, ενώ η ελεύθερη γυναίκα που κατά την έξοδό της από το σπίτι δεν συνοδεύονταν από μια θεραπαινίδα, προεξοφλούνταν ότι ήθελε να διαπράξει μοιχεία.
•Την αρχή, nullum crimen nulla poena sine lege (σ.σ, οι ποινές που επιβάλλονταν από τους δικαστές ήταν συγκεκριμένες και έπρεπε να αναφέρονται ρητά στους ποινικούς νόμους).
Με τον τελευταίο νόμο, για πρώτη φορά θεσμοθετήθηκε η δέσμευση του δικαστή να μην δικάζει κατά το δοκούν, αλλά σύμφωνα με τα αναγραφόμενα στους νόμους. Ενώ, με την τροποποίηση της ποινής της τύφλωσης που προβλέπονταν για την περίπτωση της μοιχείας, καθιέρωσε νομοθετικά την ισορροπία, στην εφαρμογή της αυστηρότητας και επιείκειας, με την αναλογική ποινή, προσφέροντας στη νομική επιστήμη ένα από τα πρώτα υπόβαθρα της αρχής της αναλογικότητας.
Ο Ζάλευκος, ως νομοθέτης, είχε και μια σειρά άλλων παρεμβάσεων, όπως για παράδειγμα, όταν έθεσε ως προϋπόθεση της λειτουργίας της δικαιοσύνης την ευσέβεια και φιλαλληλία μεταξύ των πολιτών, την θεώρηση ότι καμία διαφορά δεν είναι μόνιμη και ανεπίλυτη, ούτε αιτία συνεχιζόμενης έχθρας αλλά η απαρχή της από κοινού αναζήτησης λύσης μεταξύ των διαδίκων κ.ά.
Από τα όσα ιστορικά θρυλούνται, περίοπτη θέση κατέχει η ιστορική αφήγηση για τον τρόπο με τον οποίο ο σοφός Ζάλευκος περιόρισε την πολυνομία, την μητέρα της κρατικής γραφειοκρατίας, και των αδελφών της τελευταίας, ήτοι την ανομία και τη διαφθορά. Τα τρία αυτά εκφυλιστικά φαινόμενα που διαχρονικά κατατρύχουν την Ελληνική κοινωνία.
Μιλάμε για την περίφημη «θηλιά των Λοκρών», μια σκληρή αλλά και αποτελεσματική «προ-νομοθετική διαδικασία», σύμφωνα με την οποία ο νέος νόμος ή η τροποποίηση ενός παλιού, έπρεπε να εγκριθεί από την βουλή των Λοκρών (σ.σ, τη λαϊκή συνέλευση των χιλίων).
Όμως προκειμένου οι κλητήρες να επιτρέψουν στον προτείνοντα να εμφανιστεί στο κοινοβούλιο, τον υποχρέωναν να περάσει πρώτα στο λαιμό του έναν βρόγχο(θηλιά). Εκεί ο επίδοξος νομοθέτης αντιμετώπιζε τον κίνδυνο «ο Κοσμόπολις» να απορρίψει τον νέο νόμο ή την τροποποίηση του παλιού, οπότε εάν μεν ο νόμος εγκρίνονταν, ο ίδιος έβγαινε από τη βουλή σώος, αν όμως απορρίπτονταν, τότε το σφίξιμο της θηλιάς από τους κλητήρες επέφερε το θάνατό του. Επομένως καθίστατο πολύ δύσκολο έως αδύνατο να προταθεί κάποιος νέος νόμος ή να τροποποιηθεί ένας παλιός.
Από το άλλο μέρος ενδιαφέρον είχε και η περίπτωση του μονόφθαλμου πολίτη της επιζεφύριας Λοκρίδας ο οποίος είχε προστριβές με τον γείτονά του. Ο τελευταίος τον απείλησε ότι θα του βγάλει και το άλλο μάτι. Ο πολίτης ζήτησε την προστασία της Πόλεως, η οποία βρήκε δίκαιο το αίτημα και ψήφισε το νόμο, «όποιος τολμήσει να βγάλει το μάτι μονόφθαλμου θα του βγάζουν και τα δύο μάτια».
Μεγάλης σημασίας- και με προεκτάσεις- ήταν η πιο κάτω ιστορία του Ζάλευκου, η οποία συνιστώντας κατά μία έννοια την αιτία να επιβληθεί μια ισορροπία στην εφαρμογή της αυστηρότητας του νόμου και της επιείκειας, έθετε ένα από τα πρώτα θεμέλια της αρχής της αναλογικότητας. Όταν, λοιπόν συνελήφθη ο γιός του για μοιχεία, που σύμφωνα με τον ισχύοντα νόμο έπρεπε να τιμωρηθεί με τύφλωση, με την αφαίρεση και των δύο οφθαλμών, ο Ζάλευκος τιμωρεί τον γιό του με το βγάλσιμο του δεξιού ματιού και ο ίδιος υφίσταται το υπόλοιπο της προβλεπόμενης ποινής με την αφαίρεση του δικού του αριστερού.