Ο Φίλιπ Μάτιζακ διδάσκει στο Institute of Continuing Education του Πανεπιστημίου του Κέμπριτζ και είναι διάσημος για το ερευνητικό του έργο στην αρχαία ιστορία. Μένει στη Βρετανική Κολούμπια του Καναδά και έχει γράψει περισσότερα από είκοσι βιβλία, ανάμεσα στα οποία τα 24 ώρες στην αρχαία Αθήνα και 24 ώρες στην αρχαία Ρώμη, που κυκλοφορούν στα ελληνικά από τις Εκδόσεις Οξύ και μας έδωσαν την αφορμή για την ακόλουθη συνέντευξη.
Ένιωθα πάντα μια έλξη για τον αρχαίο κόσμο, όμως όταν διάβασα στο σχολείο ένα πολύ ωραίο βιβλίο ενός ιστορικού ονόματι Seaman, κατάλαβα ότι η Ιστορία δεν είναι μια συλλογή γεγονότων που πρέπει να αποστηθίσεις, είναι συζήτηση και αντιπαράθεση.
Ξεκίνησα με τα ζόρικα, διαβάζοντας Πλούταρχο – δεν είχα ιδέα για τους ανθρώπους και τα γεγονότα που περιέγραφε, αλλά βαθμιαία σχημάτιζα μια ξεκάθαρη εικόνα για όσα συνέβαιναν και αυτό με ενθουσίασε.
Για μένα, είναι μια εναλλακτική πραγματικότητα. Οι άνθρωποι σήμερα προτιμούν ιστορίες όπως Ο πόλεμος των άστρων ή τα ηλεκτρονικά παιχνίδια στον υπολογιστή, όμως η δική μου εναλλακτική πραγματικότητα είναι κάτι αληθινό, συνέβη στο παρελθόν. Είμαι καθηγητής, όχι κομπιουτεράκιας.
Οι δυο αυτοί πολιτισμοί έθεσαν τις βάσεις της σύγχρονης εποχής• οι καλές τέχνες, η αρχιτεκτονική, η γλώσσα, όλα αυτά είναι προϊόντα του κλασικού πολιτισμού. Χάρις στον Αριστοτέλη, τον Πλάτωνα και τόσους άλλους, οι αρχαίοι πολιτισμοί εξακολουθούν να επηρεάζουν τον τρόπο σκέψης μας μέχρι σήμερα.
Άρχισα με το 24 ώρες στην αρχαία Ρώμη, όμως πάντα ήθελα να κάνω και το δεύτερο βιβλίο, για να αντιπαραθέσω τη διαφορετική καθημερινότητα και τους αλλιώτικους ανθρώπους αυτών των σπουδαίων πόλεων της αρχαιότητας.
Λόγω των αντιθέσεών της: ήταν μια πόλη χωρίς καμιά επιτήδευση (ακόμα και οι αριστοκράτες περπατούσαν κάποιες φορές ξυπόλυτοι), που όμως στάθηκε ικανή να δημιουργήσει εκπληκτικά διανοητικά επιτεύγματα.
Και τα δυο ισχύουν. Στο βιβλίο μου, φανταστικοί χαρακτήρες συναντούν ιστορικές προσωπικότητες αναπτύσσοντας σχέσεις μαζί τους, αλλά η αφήγηση είναι αποκλειστικά βασισμένη σε αληθινά γεγονότα. Στην πραγματικότητα, ολόκληρα κεφάλαια δεν είναι τίποτε άλλο από ελαφρά παραλλαγμένες εκδοχές αρχαίων αθηναϊκών κειμένων. Οι χώροι όπου διαδραματίζονται τα γεγονότα της ιστορίας μου είναι πραγματικοί και οι διάλογοι κινούνται στο πρότυπο των αρχαίων συνομιλιών που έχω μελετήσει. Όταν, για παράδειγμα, η Ασπασία προετοιμάζει μια εταίρα για κάποιο συμπόσιο, ο διάλογος βγαίνει κατευθείαν από τον Λουκιανό.
Έχοντας σπουδάσει και γράψει επί σειρά δεκαετιών για τους αρχαίους Έλληνες, οι λεπτομέρειες της ζωής τους μου έρχονται εντελώς αβίαστα και τούτο είναι πολύ ευχάριστο, είναι σαν να έχω ζήσει σ’ εκείνη την εποχή για πολύ καιρό. Δεν υπάρχει καμιά μυστική συνταγή, απλώς πρέπει να κάνεις τη δουλειά σου με τον σωστό τρόπο, διαφορετικά το αποτέλεσμα δεν πείθει.
Στόχος μου ήταν να δείξω όλες τις πλευρές της ζωής στην αρχαία Αθήνα. Ο πληθυσμός της πόλης δεν αποτελούνταν εξ ολοκλήρου από μεγαλοφυΐες, ενώ και οι ευφυέστεροι είχαν τα ελαττώματα των απλών ανθρώπων. Γι’ αυτό δεν έβαλα τον Σωκράτη να εκστομίζει τις βαθιές φιλοσοφικές του σκέψεις, αλλά να χορεύει έναν χορό της κοιλιάς – δεν είναι δική μου επινόηση, το αναφέρει ο Ξενοφώντας. Κυρίως δηλαδή ήθελα να δείξω τη ζωή των απλών ανθρώπων, αφήνοντας τους «μεγάλους άντρες» στο παρασκήνιο. Αντί για παράδειγμα να δείξω τον Αριστοφάνη να γράφει κάποιο θεατρικό έργο, έβαλα τις σκλάβες να κρυφοκοιτάζουν μια σκηνή που μόλις έχει γράψει. Έτσι μπορείς να περιγράψεις όχι μόνο τον μεγάλο κωμικό, αλλά και την καθημερινή ζωή ενός δούλου μέσα σ’ ένα νοικοκυριό.
Σήμερα υπάρχει ιδιωτικός χώρος, στην αρχαιότητα το πιο πιθανό είναι ότι από τη στιγμή που θα γεννιόταν κάποιος μέχρι τον θάνατό του δεν ένιωθε ποτέ μόνος. Επίσης, εμείς επικοινωνούμε με τρόπους που στους αρχαίους θα φάνταζαν εξωπραγματικοί, κάτι μαγικό. Τέλος, χάρις στον χριστιανισμό αντιμετωπίζουμε τη θρησκεία και την ηθική εντελώς διαφορετικά.
Κάποτε έλαβα μια μετάφραση ενός βιβλίου μου στην ταϊλανδική γλώσσα. Η υπάλληλος του ταχυδρομείου με ρώτησε: «Μπορείτε να διαβάσετε τι γράφει;», κι εγώ απάντησα: «Όχι, αλλά εγώ το έχω γράψει». Είναι θαυμάσιο να μοιράζεσαι το ενδιαφέρον σου για τον αρχαίο κόσμο με έθνη τόσο διαφορετικά κι ελπίζω αυτό να μας φέρει πιο κοντά όλους μας.
Αν και γνωρίζω κυρίως τα της αρχαίας Ελλάδας, αυτό που βλέπω σήμερα είναι μια συνέχεια – η γλώσσα παραμένει ζωντανή, όπως και ο πολιτισμός, που βασίζεται κατά κύριο λόγο στην ιδιωτική πρωτοβουλία, οι οικογενειακοί δεσμοί δεν έχουν χάσει τη δύναμή τους, κι ακόμα υπάρχει η ίδια αγάπη για το καλό φαγητό και το κρασί, κατά προτίμηση με τη συνοδεία καλής παρέας. Και φυσικά, τόσο οι αρχαίοι όσο και οι σύγχρονοι Έλληνες είναι περήφανοι για τη φυλή τους.
Απ. Μη διαβάσετε μόνο τη συνέντευξη, αγοράστε και τα βιβλία!